κάτι σαν ανεμόμυλος ...!
( 1 )
<< Υπέροχο! Καταπληκτικό ! >>
Βγάζω μια δυνατή φωνή και διοχετεύω την χαρά μου χτυπώντας θριαμβευτικά παλαμάκια . Ωστόσο η Ηλέκτρα σκάει στα γέλια , στρίβει σ ένα μικρό χωματόδρομο αριστερά . Παρκάρει το αυτοκίνητο σβήνει την μηχανή και κρατώντας το χέρι μου:
<< .. η ζωή μου είναι κάτι σαν αυτό ..>>
Και δείχνει χαμογελώντας στενόχωρα έναν παλιό πυργίσκο .
<< Μύλος >> ??
<< Ανεμόμυλος >>
Μου απαντά χαμογελαστή και ανοίγει την πόρτα του αυτοκινήτου . Και οι δύο μας μόνοι στο ερημικό αλλά γεμάτο ενεργειακό τοπίο . Η αγριεμένη θάλασσα λες και συνομιλεί με τα περίφημα και μυστηριώδη Μοάι .Τα τεράστια σε όγκο ασάλευτα αγαλματίδια που εκτός από το πέρασμα του χρόνου , υπομένουν με στωικότητα την ακατάπαυστη φλυαρία των κυμάτων .
Ενώ ο ασταμάτητος αγέρας επιμένει στο σφύριγμα αναζητώντας τρόπους διαφυγής ορμώμενος από τα βάθη του ωκεανού .
Λίγο παρά δίπλα ο πυργίσκος κάτι σαν ανεμόμυλος εγκαταλελειμμένος στα βαθιά του γηρατειά .
¨Έκθαμβοι και οι δύο από αυτό που βιώνουμε τούτη την στιγμή προσπαθούμε να ρουφήξουμε την γκριμάτσα της φύσης όπως αυτή ανόθευτη απλώνεται μπροστά μας .
Σε μια στιγμή αυθόρμητα η Ηλέκτρα τρέχει προς τον ανεμόμυλο .
<< .. Έλα Ελααα ν α σε ξεναγήσω … > >
Διστακτικός αρχικά , κάνω λίγα βήματα . Η Ηλέκτρα με ενθαρρύνει :
<< … Έλα Ελααα λοιπόν μη φοβάσαι .. Κι αν είσαι καλό παιδί θα σε μάθω να πετάς … >>
Δεν περνούν πολλά λεφτά της ώρας και μπαίνουμε μ επιφύλαξη στο εσωτερικό του πυργίσκου- ανεμόμυλου .
Σκόρπια καφάσια , μια ξύλινη σκάλα , ένα τεράστιο ολοστρόγγυλο τραπέζι περίπου στην μέση , δύο μπαούλα ,καρέκλες πληγωμένες από τον χρόνο . Σκόνη παντού !
Οι ηλιαχτίδες του ήλιου βρίσκουν δίοδο και γλιστρούν μέσα από δύο μεγάλα και πανύψηλα παράθυρα .
Περιεργαζόμαστε τον χώρο . Ανάμεσα στα καφάσια και τα ξύλα υπάρχει μία σκούπα . Πλησιάζω την στοίβα από ετερόκλητα αντικείμενα και τραβώ με προσοχή, ξεχωρίζω από την σωρό την σκούπα .
Ξαφνικά πυκνά σύννεφα σκόνης διαχέονται σε όλο τον χώρο . Ταυτόχρονα μονολογώ :
<< Γύρευε πια μάγισσα την έχει ξεχάσει … >>
Εν μέσω νεφών ακούγεται η φωνή και το γέλιο της Ηλέκτρας
<< … δεν την ξέχασε γλυκέ μου … >>
Και αρπάζει την σκούπα κάνοντας χαμογελαστές φιγούρες παντομίμας . Χωρίς ιδιαίτερη συστολή σχεδόν αυθόρμητα αφήνομαι στο παραμυθένιο παιχνίδι και δίνω έναυσμα για ένα τρελό κυνηγητό στον πολιορκημένο από την σκόνη εσωτερικό χώρο του ανεμόμυλου – πυργίσκου .
Γέλια πνιχτά , βροντερά , θολούρα παντού ! Και ναμαι έφιππος σε δύο άτια , να σχηματοποιώ οχτάρια πριονίζοντας την συννεφόσκονη .
Λίγο πιο πίσω η Ηλέκτρα έφιππη κι αυτή στην μαγική σκούπα να με κυνηγά κραδαίνοντας .:
<<… Λάμπροοο … που είσαι ?? που ??.. >>
Ο τρόπος που έτρεχε έδειχνε σαν να ήθελε να πετάξει πραγματικά . Και εγώ να απολαμβάνω το παιχνίδι , να συμμετέχω .
Να τρέχωω .. να τρέχωω .. να τρέχωωω .. η δε Ηλέκτρα από κοντά με τα κατσαρά πυκνά μαλλιά της ν ανεμίζουν στον αγέρα , το χαμόγελο της χύμα στον ορίζοντα και το μισοκλεμένο λουλούδι να γράφει … να γράφει .. ασταμάτητα με μελάνι από συννεφόσκονη , στον αέρα , στους υγρούς λιθόκτιστους
τοίχους , να γράφει υγρές λέξεις .
Κάποια στιγμή νιώθω σαν να πετώ , δίνω ένα σάλτο και σε χρόνο ελάχιστο βρίσκομαι θρονιασμένος επάνω στο τεράστιο ολοστρόγγυλο ξύλινο τραπέζι .
Ακολούθως προσποιούμαι με κινήσεις πότε δεξιά πότε αριστερά . Το ξέφρενο γέλιο μου σπέρνει γύρω μου έναν χαρακτηριστικό αντίλαλο .
Το κυνηγητό συνεχίζεται και παίρνει μορφής σβούρας , ώσπου ξαφνικά μια αόρατη δύναμη ρουφά την φιγούρα της Ηλέκτρας . Ανήσυχος σταματώ. Προσπαθώ να καταλάβω τι και πως ..
Σιωπή για λίγο ! Μένω μετέωρος πάνω στο στρογγυλό τραπέζι .
<< … Λάμπροοοο!!.. Που είσαι ?? Δεν σε βλέπω .. >>
Η τρανταχτή φωνή συνοδευόμενη με το επίσης τρανταχτό της γέλιο διαχέεται σ όλο τον χώρο .
Τώρα η σειρά της Ηλέκτρας ν αρχίσει το παιχνίδι με την προσποίηση ..Κι έτσι από διάφορα σημεία του χώρου η φωνή της σκιτσάρει στην συννεφόσκονη : .
. << Λάμπροοο ! Μ ακούς ??.. Που είσαι ?? …Πού ?? .. >>
Ωστόσο εγώ παραμένω ακόμη πάνω στο ολοστρόγγυλο τραπέζι λυγίζω το σώμα μου αργά—αργά , οι δε πλαστικές κινήσεις των χεριών μου , το γύρισμα του προσώπου μου στο κάλεσμα της φωνής έφερνε λίγο από αργό ζεϊμπέκικο .
Η ανάσα της Ηλέκτρας αιωρούμενη . Ξαφνικά απόλυτη σιγή .!
Εγκαταλείπω προσεχτικά το ξύλινο τραπέζι .
Την ίδια στιγμή η φωνή της Ηλέκτρας διάσπαρτη σε διαφορετικά σημεία . Αντίλαλος ?? ¨Όχι .!
Το παιχνίδι από επιτραπέζιο γίνεται επι-δαπέδου !! Ένα εκκολαπτόμενο ερωτικό κρυφτούλι . Η Ηλέκτρα άφαντη , παρούσα μόνο η φωνή της .
Απορροφημένος από την αίγλη ποικίλων συναισθημάτων συνεχίζω το ψάξιμο σχεδόν στα τυφλά περιμετρικά του τραπεζιού
Ξαφνικά στέκω ασάλευτος .!
Αταλάντευτος !
Νιώθω την παρουσία της κάπου κοντά .Αντιλαμβάνομαι από τις συσπάσεις του προσώπου μου πως ένα αδιόρατο χαμόγελο ανατέλλει στα χείλη μου .
Χαλαρώνω , και γέρνω αργά- αργά σχεδόν σκύβω κάτω από το τραπέζι . Ο αντικατοπτρισμός της Ηλέκτρας πυροδοτεί το βλέμμα μου .
Ο απόηχος της σβούρας , ο ίλιγγος της Νοτιοαμερικάνικης ενέργειας , η ζαλάδα , η θάλασσα ν ακούγεται και να κυριαρχεί στον διάλογο με τα υπομονετικά Μοάι , και κάτω από το τραπέζι η Ηλέκτρα με την γλώσσα του σώματος της ν α μου φωνάζει.. ε λ α … !
Το μισοκλεμένο λουλούδι που πολύ νωρίτερα της το είχα προσφέρει, τώρα αναπαύεται εξ επαφής πάνω στο ημίγυμνο σώμα της .
Σαν διψασμένος αναλφάβητος προσπαθώ να διαβάσω το σινιάλο των ματιών της . Διακριτικά ξεπερνώ την αμηχανία μου και πολύ τρυφερά γέρνω πιότερο επάνω στην Ηλέκτρα .
Στα επόμενα λεπτά της ώρας δύο μισόγυμνα σώματα παραδομένα στις διαθέσεις του ανεμόμυλου , βυθίζονται σε μια ακατάπαυστη ερωτική συνομιλία .
Το παιχνίδι της σβούρας , το πέταγμα επάνω από την αγριεμένη θάλασσα .
Ένας μύλος .
Ένας ανεμόμυλος , μία ενέργεια που κινητοποιεί παροπλισμένες αισθήσεις και συναισθήματα .
Έξω ο ήλιος ταξιδεύει πάνω από τον ωκεανό και περιλούζει τους φιλήσυχους κατοίκους RAPA NUI
Το πλοίο χορεύει στα κύματα του Ειρηνικού πλησιάζει και αγκυροβολεί όχι πολύ κοντά στην ακτή . Αυτό συμβαίνει μόνο μία φορά την εβδομάδα .
Το ενοικιασμένο αυτοκίνητο λίγο παρά δίπλα στον πυργίσκο , σε καλή ορατότητα από τα τεράστια μυστηριώδη αγαλματίδια τα Μοαι .
Και μέσα στον πυργίσκο- ανεμόμυλο
σε πλήρη απογείωση απολαμβάνουμε αμίλητοι τον απόηχο της ηρεμίας .
Πρώτος σπάω την σιωπή μου:
<< … Να λοιπόν που μ έμαθες να πετάω … σ ευχαριστώ .. >>
Η Ηλέκτρα αχνά , ισα που ακούγεται
<< … ήσουν καλό παιδί .. άλλωστε στο είχα υποσχεθεί …ότι θα σε μάθω να πετάς .. >>
Ξεσπούμε και οι δύο στα γέλια μπερδεύοντας ταυτόχρονα για λίγο ακόμη τα σώματα μας.
Ο χρόνος όμως αδυσώπητος . Χρειάζεται να επιστρέψουμε το αυτοκίνητο …
Όρθιοι πια ρίχνουμε μια ματιά στον χώρο . Φθάνουμε στην έξοδο η Ηλέκτρα με τραβά μέσα εμπρός στο στρογγυλό τραπέζι , τα σημάδια μου οι πατημασιές μου χαραγμένες ακόμη εκεί . Κοιταζόμαστε με νόημα . Το δάχτυλο της Ηλέκτρας σε ρόλο κιμωλίας χαράσσει επάνω στο σκονισμένο ξύλο :
… Με το καράβι όνειρο , πάρε με μαζί σου όμηρο …
Κι έτσι όπως είμαστε αγκαλιασμένοι πιασμένοι χέρι – χέρι , κάνω την ίδια κίνηση με την σειρά μου
. Δέσε με στο κατάρτι μένα φιλί , δώσμου ανάσα δώσμου πνοή ..
Με αργό βηματισμό αφήνουμε τον πυργίσκο . Έξω , πέπλο ησυχίας μοναδική εξαίρεση ο θυμός των κυμάτων του ωκεανού ? Η οργή ?
.. Παρά δίπλα τα τεράστια αγαλματίδια Μοάι διάσπαρτα βυθισμένα στην γεμάτη σιωπή τους παρατηρούν το πέρασμα μας και καθώς μας κοιτούν μοιάζουν σαν κάτι να θέλουν να πουν ..
Ίσως τα βαθιά κρυμμένα μυστικά που κουβαλούν μέσα τους ..
Ποιος ξέρει άραγε ?
κυρ.. σαμ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου